Κειμενα
Οικονομία της αναπαράστασης
O Βασίλης Βασιλακάκης εκθέτει την νέα του δουλειά με τίτλο «Μέρα Κατάπαυσης». Πρόκειται για ένα σύνολο νεκρών φύσεων σε μικρή διάσταση σαν ιερές εικόνες όπου η μίμηση μοιάζει παράξενη, μυστηριώδης μέσα από την απομόνωση ενός αντικειμένου σε μαύρο φόντο. Το μαύρο χρώμα επενδύει την εικόνα με κάτι το θεατρικό. Το σκούρο φόντο έχει την δύναμη ενός αξεσουάρ το οποίο παρουσιάζεται υπό την μορφή μιας ελλειπτικότητας μέσα από το οποίο θα αναδυθούν οι μορφές. Οι εικόνες εκπέμπουν την αρετή της ταπεινοφροσύνης. Διαγράφεται μια σχέση ανάμεσα στο φόντο και την εικόνα. Ο καλλιτέχνης διαρκώς απλοποιεί τα ζωγραφικά του μέσα προσδίδοντας μια πλούσια νοηματοδότησή , ως προς το περιεχόμενό τους. Το δράμα απουσιάζει μέσα από την γοητεία της εικονογραφίας. Οι εικόνες πλέουν ανάμεσα στο φόντο και το μπροστινό μέρος σε μια διφορούμενη σχέση. Ο ζωγράφος σε καθένα του έργο δημιουργεί ένα πλαίσιο πολλαπλών δυνατοτήτων ως προς το περιεχόμενο τους στεκόμενος μακριά από την αναγνωσιμότητα της ιστορίας τους.
Καλό θα ήταν να δημιουργήσουμε μια σχέση πιο μακρινή από την μίμηση ενός αντικειμένου. Βλέπουμε απλές εικόνες και χρωματισμούς που δεν τους περιμένουμε προσδίδοντας στο αντικείμενο έναν ρεμβασμό, μια ονειροπόληση πέρα από την συγκεκριμένη οπτική ορθότητα. Υπάρχει κάθε φορά ένα απλό αντικείμενο το οποίο μέσα από την ελλειπτικότητά του φαίνεται να μην εστιάζει σε ένα συγκεκριμένο θέμα. Ο ζωγράφος μας παραθέτει ένα απρόσιτο νόημα τοποθετώντας μια προσέγγιση πέρα από την εικόνα Περνάμε από την εξωτερική αναγνωρίσιμη εικόνα με τέτοιο τρόπο για να δούμε το ουσιαστικό νόημα της το οποίο δεν είναι άλλο από το πολλαπλό πνευματικό και ιερό χαρακτήρα της . Παρά την οικειότητα των μορφών, ο Βασιλακάκης τις επενδύει με κάτι το μυστηριώδες , το παράξενο και εν τέλει το ασαφές μέσα από μια λιτότητα των μέσων . Πρόκειται για πνευματικές εικόνες οι οποίες έχουν συλληφθεί να παρουσιάσουν το μυστηριώδες πέρα από την αναπαράσταση, την μορφή. Ο καλλιτέχνης μας παρουσιάζει μια εικόνα η οποία επιδεικνύει τον ρεαλισμό της ενώ ταυτόχρονα μας δείχνει αυτό που δεν είναι δηλαδή μια ρεαλιστική εικόνα. Με άλλα λόγια έχουμε να κάνουμε με το δυσπρόσιτο ίχνος ενός πολυπόθητου νοήματος υπό την μορφή συντριμμιών. Μιλάμε για μια εσωτερική ομορφιά όπου ο άνθρωπος καταλαβαίνει μόνο μέσα από εικόνες σαν αυτές που χτυπούν το πνεύμα.
Ο Βασίλης Βασιλακάκης γνωρίζει πολύ καλά να δημιουργεί ένα σκηνικό με εικόνες που λειτουργούν μνημονικά. Τα χρώματα που επιλέγει απέχουν κατά πολύ από το να ανταποκρίνονται στην περιγραφικότητα ενός αντικειμένου. Οι μικροί αυτοί πίνακες παίζουν με την εγγύτητα της ανομοιομορφίας μέσα από μια οικονομία των μέσων που στηρίζεται στην απλότητα και την ταπεινότητα. Με αυτή την ενατένιση, ο χώρος και η μορφή των εικόνων χάνουν την συνοχή τους οδηγώντας μας σε μια σχέση εμβάθυνσης και μυστικιστικής ένωσης. Ο καλλιτέχνης μας τοποθετεί μπροστά σε απορίες όπως οι αινιγματικές αλλά γνώριμες εικόνες εισάγοντας μας σε μια ετερογένεια των μορφών οι οποίες βρίσκονται σε μια διαρκή μετατόπιση. Τέλος, από το αναπαραστατικό παιχνίδι πηγάζει ο πνευματικός χαρακτήρας των έργων δημιουργώντας έναν χώρο διφορούμενο όπου η λεπτομέρεια γενικεύεται έτσι ώστε να βρεθεί η μεταφυσική ουσία. Το αντίγραφο φέρει μια ευαισθησία ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται εν εξελίξει ο χαρακτήρας του με ένα μυστικιστικό νόημα χωρίς περιορισμούς. Το αόρατο βάζει σε κίνηση το ορατό όπου η καθαρότητα των μορφών είναι γλυκές απολαύσεις των ματιών για να εμπλακούν αβυσσαλέα σε έναν μεταφυσικό χώρο με τρόπο λακωνικό.
Χριστίνα Πετρηνού
Ιστορικός τέχνης, επιμελήτρια εκθέσεων